Εσένα σε ήθελε ο πατέρας σου;

Εσένα σε ήθελε ο πατέρας σου;
Photo by juliane-liebermann-O-unsplash

Είναι Δευτέρα, και όπως κάθε Δευτέρα πρωί, έχω αξιολόγηση στην κλινική με ένα κορίτσι 8 χρονών, με το όνομα Ελπίδα, που είναι σε αναδοχή (όχι επίσημα υιοθετημένη ακόμα, αλλά αυτό μάλλον θα γίνει σύντομα) σε δύο υπέροχους ανάδοχους γονείς, τον Τζιμπρίλ και την Γκρέτα.

Οι γονείς της φαίνονται πολύ έμπειροι, καθώς είχαν ήδη κάνει 3 παιδιά δικά τους, που τώρα είναι ενήλικες και έχουν φύγει από το σπίτι, και τα τελευταία 12 χρόνια είναι ανάδοχοι γονείς.

Διαβάζω στους φακέλους του παιδιού πρίν την αξιολόγηση πως η Ελπίδα μαζί με την 4 χρόνια μεγαλύτερη αδελφή της, μεγάλωσαν σε ένα χαοτικό περιβάλλον, όπου παραμελήθηκαν σε σημαντικό βαθμό από δύο γονείς που ήταν χρήστες. Όταν τα παιδιά τα απέσυρε η κοινωνική υπηρεσία από το βιολογικό τους περιβάλλον (μετά από πολλές προσπάθεις να μην χωριστούν από τους βιολογικούς γονείς τους), τα δύο κορίτσια άλλαξαν 7 διαφορετικές ανάδοχες οικογένειες, όπου και εκεί, ως επί το πλείστον, συνέχισαν να βιώνουν απάνθρωπη παραμέλιση. Τραύμα πάνω στο τραύμα!

Όταν ο Τζιμπρίλ και η Γκρέτα αντίκρισαν τα δύο κορίτσια για πρώτη φορά, ένιωσαν μια βαθειά επιθυμία να τα βοηθήσουν. Η κοινωνική λειτουργός, υπεύθυνη της υπόθεσης, τους είπε πως ο μόνος τρόπος να τα βοηθήσετε είναι να τα πάρετε σπίτι σας. Αν μπορείτε φυσικά...

Ο Τζιμπρίλ και η Γκρέτα το σκέφτηκαν για λίγο και το αποφάσισαν με μεγάλη χαρά. Η Γκρέτα μου είπε κατά τη διάρκεια της αξιολόγησης, ψυθιριστά, πως η βοήθεια που δίνουμε σε αυτά τα κορίτσια μας γεμίζει αγάπη!

Η Ελπίδα ήταν 22 μηνών όταν πήγε σε αυτό το φωτεινό σπίτι, και η αδελφή της τεσεράμισι. Η Γκρέτα μου είπε πως ήταν σαν ένα βρεγμένο κουτάβι, που ούτε καν μπορούσε να σταθεί στα πόδια της, αλλά τώρα κοίτα την...

Φυσικά τα σημάδια της παραμέλισης ήταν αποτυπωμένα σε όλες της τις προσπάθειες, για παράδειγμα, δεν ήξερε να γράφει πολλούς από τους αριθμούς και τα γράμματα της αλφαβήτου, αλλά ήταν χαρούμενη και έδειχνε να έχει εμπιστοσύνη στις δυνατότητές της. Ήταν ευδιάθετη και αυτό που μου έκανε τρομερή εντύπωση ήταν το πώς ξεκινούσε μια συζήτηση με έναν ξένο, εμένα δηλαδή, θέλοντας να κάνει μια δήλωση για τον εαυτό της. Και το έκανε δύο φορές.

Την πρώτη, εκεί που είμασταν στο τραπέζι και προσπαθούσε πάνω σε διάφορα τεστς, με ρωτάει:

- Εσύ έχεις φίλους;

- Έχω, τις λέω, εσύ έχεις φίλους; την ρωτάω

- Ναι έχω, είπε με περηφάνια και συνέχισε, την Νάντια, την Χόλυ Ρόουζ, την τάδε, την τάδε.

Αυτό. Μετά συνέχισε τα επιτραπέζια τεστς χωρίς να μιλάει.

Την δεύτερη φορά, μετα από 2 λεπτά, με ρωτάει:

- Εσένα σε ήθελε ο πατέρας σου; με μια αθωότητα - λες και τα είχε λυμένα όλα μέσα της...

Σοκ. Εκεί πάγωσα. Ξαφνικά τα πράγματα σοβάρεψαν. Έριξα ένα βλέμμα στην Γκρέτα που καθόταν δίπλα η οποία μου έκανε νεύμα να συνεχίσω.

- Ναι ... νομίζω ... δεν το έχω σκεφτεί στ’ αλήθεια ... απάντησα με απέραντο δισταγμό.

- Εμένα δεν με ήθελε. Μου απάντησε κοφτά.Και συνέχισε τα τεστς.

Μόλις τέλειωσε και το επόμενο, της λέω τώρα μπορείς να κάνεις ένα διάλλειμα, κι εκείνη, αντί να πάει κατευθείαν στις κούνιες, όπως είχε κάνει προηγουμένως, πήγε και κάθησε στα πόδια της Γκρέτα, η οποία με τη σειρά της της έδωσε ένα φιλί και μια αγκαλιά.

Με το που τέλειωσε η αξιολόγηση και έφυγαν από το δωμάτιο Εργοθεραπείας, η μικρή Ελπίδα με έβαλε σε βαθύ στοχασμό.

Άραγε εμένα με ήθελε ο πατέρας μου;